Ερωτευόμαστε πάντα όπως πεινούσαμε σαν βρέφη.

     
Αφὴ και στέρηση του μητρικού σώματος: διαλεκτικὴ της ζωής ή της απώλειας, του όλα ή τίποτα. Όταν παίρνει τροφὴ απὸ το κορμὶ της μητέρας, το βρέφος τα έχει όλα, έχει την αμεσότητα της σχέσης που είναι ζωή. 

Αντίθετα, το κλάμα της πείνας είναι κραυγὴ απόγνωσης απὸ μιαν ύπαρξη που νιώθει να χάνεται. Χάνει την αφὴ της ζωής, κραυγάζει τή γεύση του άσχετου, το τίποτα. Η σχέση με τη μάνα είναι ερωτική, γιατὶ είναι ζωτική. Λήψη τροφής, δυνατότητα ζωής, δυναμικὴ πληρότητα σχέσης. Και σε αυτὴ τη δυναμικὴ σκοπεύει τελικὰ κάθε έρωτας.
 Ζωτικὴ σχέση μὲ τὸν αντι-κείμενο κόσμο. Αφὴ του σώματος ποὺ συνιστά ζωὴ καὶ αναιρεί τον θάνατο, τα χαρίζει όλα και αποτρέπει το τίποτα. Δυναμικὴ της ζωής και δεν οριοθετείται από μόνη την ηδονὴ της τροφής -η ερωτικὴ εμπειρία του βρέφους δὲν τελειώνει εκεί...
 ...Αν η σωματικὴ ηδονὴ δὲν συνοδευόταν απὸ την ερωτικὴ πληρότητα της μητρικής παρουσίας (τον λόγο, το χάδι, κάθε χειρονομία στοργής, κάθε πράξη φροντίδας), η σχέση θα εξασφάλιζε την επιβίωση, όχι τη ζωή. Το παιδὶ δεν θα έμπαινε ποτὲ στον κόσμο τών ανθρώπων, στον κόσμο της γλώσσας και των συμβόλων, της υποκειμενικής ταυτότητας και των ονομάτων….

 Αφετηρία της επιθυμίας, η τροφή, πρωταρχικὸ «σημαίνον» του ζωτικού πόθου…Ζωτικὴ σχέση μὲ τὸν αντι-κείμενο κόσμο η λήψη της τροφής, είναι μια λογικὴ σχέση. Και είναι λογική, γιατὶ η τροφὴ «σημαίνει» κάτι πέρα απὸ την ανάγκη της θρέψης. «Λέει» τον τρόπο της αφής, της μέθεξης, της συν-ουσίας.

 «Το σημαίνον εμφανίζεται στον τόπο του Άλλου». Δεν είναι η ανάγκη συν-εννόησης που κάνει να εμφανίζεται το σημαίνον. Ο λόγος δεν είναι καταρχὴν μέσο ή όργανο χρηστικής επικοινωνίας. Χρηστικὴ επικοινωνία έχουν τα ζώα, αλλὰ δεν έχουν λόγο. 

Αφετηρία και καταγωγὴ του λόγου είναι καταρχὴ η παρουσία του Άλλου. Η παρουσία - δυνατότητα ανταπόκρισης στήν ερωτικὴ επιθυμία.


 Η εμφάνιση του σημαίνοντος αρθρώνει την επιθυμία σε αίτημα. Το σημαίνον «λέει» την επιθυμία δηλώνοντας τη δυνατότητα ανταπόκρισης στην επιθυμία. Η παρουσία του Άλλου σημαίνει κάτι πέρα απὸ την ανάγκη της συνεύρεσης, πέρα απὸ τη βιολογικὴ σκοπιμότητα της αναπαραγωγής. Το σημαίνον εμφανίζεται στὸν τόπο του Άλλου, για να σημάνει τον αφετηριακὸ του λόγου πόθο της ζωής. «Ζωής αθάνατης, ζωής απερίσταλτης, ζωής που δεν έχει ανάγκη απὸ κανένα όργανο, ζωής απλοποιημένης και ακατάλυτης».Πρώτο σημαίνον στον τόπο του Άλλου, η υπόσχεση της τροφής. Τροφὴ - αφὴ του μητρικού σώματος, ερωτικὴ πληρότητα ζωτικής παρουσίας. 

Όμως, σημαίνουσα τροφὴ και σημαινόμενη παρουσία δεν είναι για το βρέφος δεδομένα μόνιμα και συνεχή. Η παρουσία μεταλλάζει σὲ απουσία, η εύρεση σε απώλεια. Η δίψα της ζωής αρθρώνεται απὸ την πρώτη στιγμὴ στο υφάδι αυτής της τραγικής διαλεκτικής. Αισθητὴ αμεσότητα σχέσης και άσχετη μοναχικότητα, γεύση ζωής και θανάτου. Δίψα ζωής και γεύση θανάτου, αλλὰ και φορὰ προς τη ζωὴ συμπλεγμένη με ορμὴ προς τον θάνατο. Στο ίδιο πρωταρχικὸ υφάδι της επιθυμίας.

Ανάγκη ορμέμφυτη του βρέφους να μονιμοποιήσει την παρουσία της μητέρας, 
να ακινητοποιήσει τη σχέση σε κατοχή. Να έχει μόνιμα και αδιάλειπτα δική του την πηγὴ της τροφης, τη δυνατότητα της ζωής. Να κατέχει τη μάνα, κι ο τρόπος να την κατέχει είναι να την καταβροχθίσει φανταστικά. 

Να υποκαταστήσει τη διακινδύνευση της σχέσης με τη σιγουριὰ της ιδιοποίησης, τη ζωτικὴ αναφορὰ με τη φαντασιώδη αυτοτέλεια. Πρώτα βήματα στην κόψη του βίου, κι η ορμὴ του θανάτου αντιμάχεται τη φορὰ της ζωής.
 Στο μεταγενέστερο βίο, κάθε ερωτικὴ αναζήτηση επαναλαμβάνει την ίδια διαπλοκὴ προσωπικής σχέσης και φυσικής ανάγκης, τη διαλεκτικὴ ζωής και θανάτου. 

Ο πόθος της ζωής σημαίνεται πάντα στον τόπο του Άλλου, στον τρόπο της αφής, της μέθεξης, της συν-ουσίας. Ο τρόπος υπερβαίνει τη ζωτικὴ ανάγκη της τροφής, καθολικεύεται στη «γενετήσια» σχέση. 
Ολόκληρη σχέση, καθολικὴ αμεσότητα, μίξη ψυχών και σωμάτων ποιητικὴ ζωής. Αμφίστομη καθολικότητα ανάγκης και σχέσης, ιδιοτέλειας καὶ αυτοπροσφορᾶς.

  Σε κάθε ερωτικὴ κλήση αναβιώνει ο ζωτικὸς πόθος της τροφοδότου παρουσίας, πόθος ζωής που συγκροτεί τη ίδια την υποκειμενικότητά μας. Ερωτευόμαστε πάντα όπως πεινούσαμε σαν βρέφη. Παγιδευμένοι στο υφάδι της ορισμένης ανάγκης και της απεριόριστης δίψας για σχέση. Πριν απὸ κάθε σκέψη, κρίση, φαντασία, βούληση, συναίσθημα.

Όλες αυτὲς οι ενέργειες ή λειτουργίες συντονίζονται εκ των υστέρων με την «αγαπητικὴ δύναμη» της φύσης μας. Δύναμη ζωτικὴ καὶ ζωοποιό: συστατικὴ του υποκειμένου και ποιητικὴ καινούργιων υποκειμενικών υπάρξεων.

 Διαχείριση της ζωής ο έρωτας. Που σημαίνει σχοινοβασία στην κόψη του θανάτου. Ενδεχόμενη σε κάθε στιγμὴ η πτώση απὸ τη σχέση στη χρήση, η ολίσθηση στην απαίτηση του εγὼ να «καταβροχθίσει» φανταστικὰ τον Άλλον. Γι᾿ αυτὸ και μεταφερμένη στο συνειδητὸ πια επίπεδο η ερωτικὴ ακροβασία ζωής και θανάτου εξισορροπεί την ορμέμφυτη απαίτηση με τη θεληματικὴ άσκηση. Το σημαίνον της άσκησης ανιχνεύεται και πάλι στον αρχέτυπο τόπο της μητρικής παρουσίας. Σε κείνο το υπόδειγμα της παραίτησης απὸ το εγώ, που ανάστησε το βρέφος στη ζωὴ της σχέσης: στον κόσμο της γλώσσας και των συμβόλων, της υποκειμενικής ταυτότητας και των ονομάτων.

 Αγαπητικὴ δύναμη είναι η φυσικὴ δυνατότητα, ορμή, φορά, υφάδι της ζωής. Θα σαρκωθεί σε προσωπικὸ γεγονὸς αγαπητικής ετερότητας μόνο ως λόγος ελευθερίας απὸ την ανάγκη. Συνειδητὴ άσκηση αγάπης, παραίτηση απὸ την απαίτηση, κατόρθωμα ελευθερίας απὸ την οριστικὴ ανάγκη για χάρη της απεριόριστης σχέσης. Διεύρυνση της ηδονής, πέρα και απὸ τη φύση, στην απερίσταλτη προσωπικὴ κοινωνία.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ
ΣΧΟΛΙΟ ΣΤΟ ΑΣΜΑ ΑΣΜΑΤΩΝ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου